Υπερθέρμανση του πλανήτη
Ο όρος υπερθέρμανση του πλανήτη δηλώνει μία ειδική περίπτωση κλιματικής μεταβολής και αναφέρεται στην αύξηση της μέσης θερμοκρασίας της ατμόσφαιρας και των ωκεανών της γης. Ο όρος είναι εν γένει ουδέτερος ως προς τα αίτια πρόκλησης της υπερθέρμανσης, ωστόσο έχει επικρατήσει να υποννοεί την ανθρώπινη παρέμβαση. Αποδίδεται συχνά με διαφορετικό τρόπο, ως πλανητική (υπερ)θέρμανση ή παγκόσμια αύξηση της θερμοκρασίας, ενώ άλλες φορές ταυτίζεται με το φαινόμενο του θερμοκηπίου που αποτελεί έναν μηχανισμό υπερθέρμανσης του πλανήτη.
Η επίσημη επιστημονική θέση πάνω στις κλιματικές μεταβολές, όπως αυτή εκφράζεται από την Διακυβερνητική Επιτροπή για την Αλλαγή του Κλίματος (ΔΕΑΚ) του ΟΗΕ, είναι πως η μέση θερμοκρασία του πλανήτη έχει αυξηθεί 0.6 ± 0.2 °C από τα τέλη του 19ου αιώνα και πως η αύξηση αυτή οφείλεται σημαντικά στην ανθρώπινη δραστηριότητα των τελευταίων 50 ετών[1]. Μία μειοψηφία επιστημόνων, διαφοροποιείται σε σχέση με την άποψη αυτή, αμφισβητώντας την καταλυτική επίδραση που ενδέχεται να έχει η ανθρώπινη δραστηριότητα σε σχέση με την παγκόσμια θέρμανση.
Σχετικά με τις κλιματικές μεταβολές που αναμένονται μελλοντικά, επικρατεί ένα σημαντικό ποσοστό αβεβαιότητας σε επίπεδο επιστημονικών προβλέψεων. Το θέμα αποτελεί επιπλέον ένα αμφιλεγόμενο πολιτικό ζήτημα, που σχετίζεται με την ανάγκη λήψης πολιτικών μέτρων αντιμετώπισης του προβλήματος της παγκόσμιας θέρμανσης, εκ μέρους των κυβερνήσεων.
Σύμφωνα με επιστημονικές έρευνες της ΔΕΑΚ, η θερμοκρασία της Γης ενδέχεται να αυξηθεί κατά 1.4 – 5.8 °C εντός της χρονικής περιόδου 1990 και 2100. Μίας τέτοια ενδεχόμενη αύξηση της θερμοκρασίας δύναται να έχει ως συνέπειες την αύξηση της στάθμης των θαλασσών, την δημιουργία ακραίων καιρικών φαινομένων, όπως πλημμύρες ή τυφώνες, και την εξαφάνιση βιολογικών ειδών. Αν και το φαινόμενο της υπερθέρμανσης του πλανήτη αναμένεται να αυξήσει την ένταση και την συχνότητα ακραίων καιρικών φαινομένων, θεωρείται δύσκολο να συνδεθεί ένα μεμονωμένο καιρικό φαινόμενο ως άμεσο αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης.
«Επιβεβαιώθηκε πλέον ότι τα έτη 2015, 2016 και 2017 είναι τα τρία θερμότερα που έχουν καταγραφεί ποτέ» ανακοίνωσε ο Παγκόσμιος Μετεωρολογικός Οργανισμός (WMO), μια ειδική υπηρεσία των Ηνωμένων Εθνών.
Επηρεαζόμενο από το πανίσχυρο φαινόμενο Ελ Νίνιο, το 2016 βρίσκεται στην κορυφή της λίστας καθώς η μέση θερμοκρασία του ήταν κατά 1,2 βαθμούς Κελσίου υψηλότερη από εκείνη της προβιομηχανικής εποχής. Το 2017 έσπασε το ρεκόρ του θερμότερου έτους που έχει καταγραφεί ποτέ χωρίς να ευθύνεται για αυτό το μετεωρολογικό φαινόμενο Ελ Νίνιο.
«Τα νέα στοιχεία υπογραμμίζουν ότι ο κόσμος υπερθερμαίνεται γρήγορα», τόνισε ο Ντέιβιντ Ρέι, καθηγητής στο πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου, σχολιάζοντας την έκθεση του WMO.
Αναλύοντας τα δεδομένα αυτά, ο WMO παρατήρησε ότι η μέση θερμοκρασία στην επιφάνεια του πλανήτη το 2017 και το 2015 ξεπερνούσε κατά 1,1 βαθμό εκείνην της προβιομηχανικής εποχής. Οι επιστήμονες σημείωσαν ότι είναι ουσιαστικά αδύνατο να κρίνουν ποια από αυτές τις δύο χρονιές ήταν θερμότερη αφού η διαφορά της θερμοκρασίας μεταξύ τους ήταν μικρότερη από το ένα εκατοστό του βαθμού, δηλαδή μικρότερη και από το περιθώριο λάθους. «Είναι σημαντικότερο να εξετάσουμε την εξέλιξη της θερμοκρασίας μακροπρόθεσμα, που υποδηλώνει ανοδικές τάσεις, παρά να κατατάξουμε τις διάφορες χρονιές» από τη θερμότερη στην ψυχρότερη, είπε ο γενικός γραμματέας του WMO, ο Φινλανδός Πέτερι Τάαλας.
«Οι 17 από τις 18 θερμότερες χρονιές ανήκουν στον 21ο αιώνα και ο ρυθμός υπερθέρμανσης που παρατηρείται τα τρία τελευταία χρόνια είναι ασυνήθιστος. Αυτό παρατηρείται κυρίως στην Αρκτική, κάτω που θα έχει ευρύτερες και μεγάλης διάρκειας συνέπειες για το επίπεδο της θάλασσας και τις καιρικές συνθήκες σε άλλες περιοχές του πλανήτη», πρόσθεσε.
Ο ΟΗΕ χρησιμοποιεί στοιχεία που συγκεντρώνει κυρίως από την αμερικανική υπηρεσία ωκεανών και ατμόσφαιρας (NOAA), από τη NASA, από το Κέντρο Χάντλεϊ της βρετανικής μετεωρολογικής υπηρεσίας, από το Ευρωπαϊκό κέντρο μεσοπρόθεσμων μετεωρολογικών προγνώσεων (CEPMMT) και από την Μετεωρολογική Υπηρεσία της Ιαπωνίας.
Η άνοδος της θερμοκρασίας δεν αποτελεί παρά μόνο ένα μέρος του φαινομένου της κλιματικής αλλαγής, σημειώνει ο ΟΗΕ, σύμφωνα με δημοσίευμα του Γαλλικού Πρακτορείου Ειδήσεων, που αναμεταδίδει το αντίστοιχο Αθηναϊκό, υπογραμμίζοντας ότι οι υψηλές θερμοκρασίες του 2017 συνοδεύτηκαν από ακραίες μετεωρολογικές συνθήκες σχεδόν παντού στον κόσμο.